«Η ψυχή της Κύπρου». Έπος εγκόλπιον των Ελληνίδων | Ένα ποίημα από την Πολυξένη Λοϊζιάς για το 1821

Πολυξένη Λοϊζιάς

Ἔπος ἐγκόλπιον τῶν Ἑλληνίδων

«Ἡ ψυχή τῆς Κύπρου»

(απόσπασμα από το Ε΄ του Άσματος Α΄)

Εἰς ἕνα γλυκοχάραγμα γοργόφτερη κι’ ἡ Μοῦσα

στήν Σαλαμῖνα μ’ ἔφερεν, σάν ἀστραπή μαζί της,

κι’ εἶδα!…τί εἶδα, Πλάστα μου, ἐνῷ ἐπροσκυνοῦσα

στόν τάφο της τόν ἱερό τῆς Κύπρου;…- Ἡ ψυχή της

σάν φῶς, σάν ἄστρο ἱλαρό, σάν Ἴριδα ἐχύθη

καί τό νησί ὁλόλαμψε κι’ ἐφάνη κάθε πόλι.

Ἐρείπια, κοιμητήρια μ’ ἀγχόνες, σπήλια πλήθη,

πού κείτοντ’ ἄνδρες, νιές, παιδιά, αἱμοφυρμένοι ὅλοι

μέ ὄψι νεκροζώντανη!… Ἄχ!… τό αἷμα μου ἐχάθη,

τά γόνατά μου ἄθελα ἐχτύπησαν στό χῶμα,

κι’ ἄξαφν’ ἀκούσθησαν φωνές στῆς θάλασσας τά βάθη,

σάν κεραυνοί, πού ἄνθρωπος δέν ἔχῃ ἀκούσει ἀκόμα.

Βαρυβογγᾷ ἡ θάλασσα, κλονιζοντ’ οἱ φρεγάδες

τοῦ Μουσταφᾶ, πού φέρνουσι διακόσιες παρθένες

πανώριες!…δοῦλες τοῦ Σελίμ, τῆς Κύπρου τές δορκάδες,

Μαρία τήν Συγκλητικὴ καί ἄλλες διαλεγμένες.

Ἀνθοί μυρίζουν παρθενιᾶς μέ μπαρουτιοῦ θυμάδα,

μαζί μέ τούς δημίους της, τῆς Κύπρου Βουβουλίνα,

καίοντας καίει μέ δαυλόν τῶν Τούρκων τήν ἀρμάδα

-μόνον δέν καίουν τῆς τιμῆς καί παρθενιᾶς τά κρῖνα-.

Στήν μανιασμένη θάλασσα σκοτάδι ὁ ᾍδης χύνει,

σέ μαῦρες φλόγες καί καπνούς καί ὁ δαυλός φλογίζει,

Σάν φωτερό ἀχτινωτό, πού ὑψώνεται καί σβύνει

μέσα στό φῶς, πού ἡ ψυχή τριγύρω της σκορπίζει.

Κι’ἀκούσθηκ’ ἕνας ἀσπασός, ὡσάν στήν Ἅγια Λαύρα,

πού ἔδωσεν ἡ Παναγιά στήν Τουρκομάχα κόρη,

Κι’ ἡ Κύπρο στήν Μαρία της! Πού διαλαλεῖ ἡ αὔρα

ἀπ’ τά οὐράνια εἰς τήν γῆ, στήν θάλασσα, στά ὄρη.

Ἀστράφτει ἡ Ἀνατολή καί λάμπει ἡ γῆ ὅλη,

ὁ Ὄλυμπος⃰ κι ὁ Παρνασσός κλίναν καί φιληθῆκαν,

ἀπάνω ἀστροστόλιστοι τοῦ οὐρανοῦ οἱ θόλοι,

πού τῶν Παρθένων οἱ ψυχές μέ τ’ ἄστρα ἐσμιχθῆκαν.

Κύματ’ ἀκόμη ἡ θάλασσα κυλᾷ ἀγριεμένα,

πετοῦν καί πέφτουν κεφαλές σαρικοφορεμένες,

κατάρτια, πόδια καί κορμιά ἀκέφαλα, θρεμμένα,

ὡσάν λαμπάδες λυόνουσι καί οἱ νεκρές Παρθένες.

Ὄφεις κομμένοι τά κορμιά τῶν Τοῦρκων σπαρταρίζουν,

χέρια σατύρων μαλλιαρά, ὅπου σφιχτά κρατοῦσι

τ’ἀκονισμένα τους σπαθιά, ἀκόμη παλαμίζουν,

οἱ κεφαλές τά δόντια τους τρίζουσι καί κυλοῦσι…

Καί καίονται! κι’ οἱ κνίσες τους μολύνουν τόν αἰθέρα.

Σάν λέοντας κι’ ἡ θάλασσα μέ χαίτη ἀφρισμένη

ἐπήδησε καί τήν ἀκτή ξέσχισε πέρα-πέρα

καί στούς ἀνέμους σκόρπισεν ὅ,τ’ εἶχε ἀπομείνει.

⃰Σημείωση της ποιήτριας: Ἐννοεῖται ὁ εἷς τῶν τριῶν Κυπριακῶν Ὀλύμπων, ὁ καί ὑψηλότερος πάντων, τῶν γειτονικῶν ὀρέων τῆς Μ. Ἀσίας, πευκόφυτος καί ἀείποτε χιονοσκεπής, ὅπου κατῴκουν οἱ δώδεκα μεγάλοι θεοί τῶν Ἑλλήνων καί ἐν Κύπρῳ.

Π. Λοϊζιάδος Έπος εγκόλπιον των Ελληνίδων «Η ψυχή της Κύπρου», τύποις «Αληθείας», Λεμεσός, 1908.

Πολυξένη Λοϊζιάς, Ἔπος ἐγκόλπιον τῶν Ἑλληνίδων «Ἡ ψυχή τῆς Κύπρου», στο Κώστας Σταμάτης (επ.), Η ποίηση της Ελληνικής Επανάστασης 1821, Αθήνα, Δεκέμβριος 2020, σσ.239-240.

Η Πολυξένη Λοϊζιάς ήταν η πρώτη φεμινίστρια της Κύπρου. Λίγο πριν την αυγή του 20ου αιώνα, η Πολυξένη έκανε πράξη όσα δεν μπορούσε να φανταστεί κανείς πως θα μπορούσε να τολμήσει μία γυναίκα. Ήταν εκπαιδευτικός, συγγραφέας και αγωνίστρια. Η Λεμεσιανή εκπαιδευτικός πρωτοπορούσε σε πολλά ζητήματα. Πρώτο γυναικείο σωματείο, πρώτο γυναικείο γυμναστήριο, πρώτο γυναικείο περιοδικό. Όλα ριζοσπαστικά και όλα πρωτόγνωρα για την κυπριακή κοινωνία.

Η Πολυξένη Λοϊζιάς έλεγε ότι ο αγώνας της γυναίκας έπρεπε να είναι πολύπλευρος: ατομικός, κοινωνικός, εθνικός. Το 1878 ανέλαβε μαζί με μία βοηθό, την Άννα Τομάζου-Ιακωβίδου, τη διεύθυνση του μετοχικού Παρθεναγωγείου «Ελπίς» στη Λεμεσό. Οι δύο γυναίκες, με πείσμα και αφοσίωση στον αγώνα τους για πολύπλευρη μόρφωση των κοριτσιών ίδρυσαν στο σχολείο τάξη Ελληνικών. Σ’ αυτήν δίδασκε με λεπτομέρεια ανώτερα μαθήματα και κλασικούς συγγραφείς πέρα από τα στοιχειώδη. Ένα χρόνο αργότερα, εισήγαγε για πρώτη φορά το μάθημα της γυναικείας άθλησης στα σχολεία. Ίδρυσε μάλιστα το πρώτο γυναικείο γυμναστήριο με την ονομασία «Παλλάδιον».

Έως το 1912, η αύξηση των μαθητριών ήταν μεγάλη και περήφανη μετέφερε τις 400 πλέον κοπέλες που αθλούνταν σε νέο κτήριο. Η τολμηρή εκπαιδευτικός, όμως, δεν πρωτοπορούσε μόνο στους εκπαιδευτικούς θεσμούς. Η φλογερή πένα της αναζητούσε βήμα ούτως ώστε να μπορέσει να διαχύσει τις φεμινιστικές της απόψεις για την εξύψωση της γυναικείας θέσης σε ολόκληρο το νησί.

Το γεγονός ότι οι Κύπριες ήταν κλεισμένες στα του οίκου και δεν μπορούσαν να πάρουν μέρος στα κοινά, για την Πολυξένη ήταν αδιανόητο. Δεν πάλευε μόνο για τη γυναικεία χειραφέτηση, αλλά και για τον ρόλο της γυναίκας στο κοινωνικό σύνολο. Έτσι μία γυναίκα έπρεπε και όφειλε να είναι αφοσιωμένη μητέρα αλλά και εργατική γυναίκα. Να μπορεί να προσφέρει όχι μόνο στο σπίτι και στην οικογένεια αλλά και στο ευρύτερο κοινωνικό σύνολο και στην πατρίδα. Χρέος της γυναίκας ήταν να μορφωθεί για να αποκτήσει σταθερό χαρακτήρα, πίστη προς τον εαυτό της και προς τους άλλους. Να γίνει έτσι πολύπειρη και πολυμαθής για να μπορεί να προσφέρει ουσιαστικά στην οικογένεια, στην κοινωνία και στην πατρίδα. Ήταν ανάγκη, τόνιζε, να ασχοληθεί και η γυναίκα με τα σημαντικά ζητήματα της παιδείας και της πατρίδας. Έτσι το 1897 ίδρυσε το πρώτο γυναικείο Σωματείο με την ονομασία «Ένωση Ελληνίδων».

Από το 1912 έως το 1920 εξέδιδε το πρώτο γυναικείο περιοδικό με την ονομασία «Κυπριακή Κυψέλη». Σε αυτό αρθρογραφούσε υπέρ της γυναικείας χειραφέτησης καθώς και της ισότητας των δύο φύλων. Διεκδικούσε ίσα δικαιώματα, δικαίωμα ψήφου καθώς και δικαίωμα στην ίση αμοιβή όσον αφορά στον τομέα της εργασίας. Άγγιζε θέματα τα οποία στη συγκεκριμένη εποχή χλευάζονταν και θεωρούνταν ανορθόδοξα και ανορθολογικά. Η Πολυξένη, όμως, τολμούσε να τα προβάλλει θέτοντας τις βάσεις του γυναικείο κινήματος στο νησί.

Ως παιδαγωγός θεωρούσε πως το έργο της δεν περιοριζόταν μόνο στη διδασκαλία των κλασικών συγγραφέων. Μέσω της επαφής της με τις νεαρές μαθήτριες, προωθούσε τις απόψεις της για τη γυναικεία χειραφέτηση γύρω από το ζήτημα της εργασίας. Οι γυναίκες έπρεπε και μπορούσαν να διεκδικήσουν καλύτερα εργασιακά δικαιώματα καθώς και καλύτερες θέσεις. Γι’ αυτόν τον λόγο δεν παρέλειπε να στέλνει μαθήτριές της στο εξωτερικό για να σπουδάσουν δασκάλες, νηπιαγωγοί, καλλιτέχνιδες, ράπτριες, νοσοκόμες, ανάλογα με την κλίση κάθε μιας και τις ανάγκες της πόλης.

Γεννημένη το 1855 στη Λεμεσό, η εθνική παιδαγωγός σπούδασε στις πνευματικές πόλεις του ελληνισμού: Αθήνα, Σμύρνη, Κωνσταντινούπολη. Εκεί γνώρισε τις πρωτοπόρες του ελλαδικού γυναικείου φεμινιστικού κινήματος: Καλιρρόη Παρρέν και Σαπφώ Λεοντιάδα. Οι τρεις τους θα θέσουν τις βάσεις για τη γυναικεία χειραφέτηση σε ολόκληρο τον ελληνικό χώρο.

Δυναμική, πρωτοπόρα, τολμηρή. Άνοιξε το δρόμο για τη βελτίωση της θέσης της γυναίκας, τον σεβασμό, την μόρφωση, καθώς και την ισότητα των δύο φύλων. Σε μία εποχή που αυτά όχι μόνο δεν θεωρούνταν δεδομένα αλλά και παράλογα. Κατάφερε και κατοχύρωσε βασικά δικαιώματα των γυναικών στη συντηρητική κοινωνία της Κύπρου. Απεβίωσε το 1942 σε ηλικία 87 χρονών.